Ο Άδειος Ναός
Βυθός και Ουρανός Ι
Κείτομαι μες στα αίματα σε ελεεινό σοκάκι. Τσεκάρω τα μέλη μου, κάποια τα νιώθω, κάποια όχι. "Έχασες! Ως εδώ ήταν! Έχασες!". Κάτι πελώριοι σκουπιδοτενεκέδες εκεί δίπλα, μαγαζιά με σπασμένες βιτρίνες. Το μυαλό μου βαραίνει, φεύγει...
Ανυπόφορα όμορφα κορίτσια
Τη βλέπω ξαπλωμένη στην αμμουδιά δίπλα στη θάλασσα. Το περίγραμμά της ταιριάζει με το φόντο τέλεια. Δεν είναι τυχαίο ότι η Φύση είναι γένους θηλυκού. Κι αυτά τα μάτια. Είναι σαν το Σύμπαν να με κοιτάει και να μού λέει γελώντας: Είχες απορίες; Εδώ οι απαντήσεις!
Αλλά μην περιμένεις εξηγήσεις.
Βυθός και Ουρανός ΙΙ
"Έχασες! Ως εδώ ήταν! Έχασες!". Βάζω όλη μου τη δύναμη να συρθώ προς τη σπασμένη βιτρίνα. Θέλω να δω την κατάστασή μου στην αντανάκλαση. Να ξέρω αν ελπίζω στην επιβίωση ή στο θάνατο.
Σηκώνω το κεφάλι, βαθιά ανάσα.
Δυο σώματα
Βουτάμε μαζί στο νερό. Ιδού η πρόκληση: Να ξέρουμε ο καθένας πού είναι ο άλλος χωρίς να κοιτιόμαστε. Δυο σώματα να κολυμπούν πλάι-πλάι με μια σύνδεση που ανήκει πιο πολύ στη σφαίρα τού μυθιστορήματος παρά στην πραγματικότητα. Εκείνη βέβαια έχει τη γυναικεία της διαίσθηση να τη βοηθά. Να δούμε τι μπορώ να κάνω εγώ.
Τελειώνει η αναπνοή μου, βγαίνω στην επιφάνεια και γυρνώ προς το μέρος της.
Βυθός και Ουρανός ΙΙΙ
Κοιτάζω το γυαλί τής βιτρίνας βήχοντας αίμα. Το σώμα μου είναι γεμάτο τρύπες, μέλη και κομμάτια μου κρέμονται από παντού, το πρόσωπό μου θυμίζει τη βομβαρδισμένη Δρέσδη.
Ώστε έτσι, λοιπόν. Και τώρα; Αν επιζήσω, τι ζωή με περιμένει;
Με τις τελευταίες μου δυνάμεις γυρνώ ανάσκελα. Ίσως ήρθε η ώρα για την τελική καταμέτρηση των άστρων. Αλλά στον ουρανό βλέπω απλώς έναν άδειο ναό.
Μυστικά ημερολόγια
Η ώρα τού αποχαιρετισμού έχει κάτι από την ένταση απελπισμένων προσευχών. Φεύγει, φεύγω, είναι λίγο μπέρδεμα. Όλοι φεύγουν. Δεν ήρθε να αποχαιρετήσει, ενώ έπρεπε. Δεν πειράζει, πήγαμε εμείς. Συγκινείται, μοιράζει αγκαλιές και φιλιά με μια ζεστασιά και τρυφερότητα που δεν ήξερα πως είχε. Μου φαίνεται πως τη βλέπω για πρώτη φορά ειλικρινή, σαν να μού παραδίδεται το μυστικό της ημερολόγιο. Μεγάλη μου τιμή.
Ανάβω τσιγάρο και γυρνώ τις σελίδες. Αλλά η γλώσσα μού είναι άγνωστη.
Βυθός και Ουρανός ΙV
Κάθομαι και καπνίζω στη γνωστή μου θέση δίπλα στο παράθυρο. Κοιτάζω την πρασινάδα στον κήπο, τον αέρα να κινεί τα φύλλα, τις γάτες να κυνηγούν ό,τι κινείται. Πέρα στο δρόμο ο κόσμος περπατά ανέμελα για τη βραδινή του βόλτα. Ίσως κι εγώ σύντομα, σκέφτομαι.
Ένα κοριτσάκι έχει σταματήσει και με παρατηρεί. Κοκκινίζει ελαφρά, στριφογυρίζει το ένα πόδι γύρω από τη θέση του, κρατά το ένα χέρι της με τ' άλλο για να μην τής φύγει. Γυρνώ προς το μέρος της για να με δει καλύτερα. Το προσωπάκι της σκοτεινιάζει, φεύγει τρέχοντας.
Ίσως σύντομα.
------
ΥΓ. Υπό τούς ήχους τού Ατλαντίς των Ξύλινων Σπαθιών και τού Tyhja Temppeli των Oranssi Pazuzu.